- σερπεντινίτης
- Βασικό πέτρωμα της ομάδας των περιδοτιτών, των οποίων όλα σχεδόν τα ορυκτά (ολιβίνης, πυρόξενοι, συχνά και οι αμφίβολοι) έχουν υποστεί σερπεντινίωση και μετασχηματίστηκαν σε σερπεντίνη. Άλλο χαρακτηριστικό ορυκτό των σ. είναι ο μαγνητίτης, που προέρχεται κι αυτός από την εξαλλοίωση των προϋπαρχόντων ορυκτών. Οι σ. είναι άφθονοι στην περιοχή των Άλπεων και, κυρίως, στα Απέννινα. Πολλά σερπεντινούχα πετρώματα στιλβώνονται εύκολα και χρησιμοποιούνται στη δομική για το ωραίο πράσινο χρώμα τους, που συχνά παρουσιάζει διάφορες ποικιλίες. Από τους γνωστότερους απεννινικούς σ. είναι ο πράσινος του Πράτο, από τους αλπικούς ο πράσινος του Βαράλλο, της Σούσα κλπ., όλοι πετρώματα λατυποπαγή.
Ο σερπεντινίτης, πέτρωμα που σχηματίζεται κυρίως από σερπεντίνη, χρησιμοποιείται συχνά στη δομική, κυρίως για τις ωραίες αποχρώσεις του.
* * *ο, Ν(πετρογρ.) μεταμορφωμένο πέτρωμα που αποτελείται, κυρίως, από ορυκτά τής ομάδας τού σερπεντίνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. serpentinite < serpentine (βλ. σερπεντίνης) + κατάλ. -ite].
Dictionary of Greek. 2013.